Η νοητική υστέρηση και η ψυχική ασθένεια παρόλο που αποτελούν κλινικά δύο διαφορετικές διαταραχές, πολύ εύκολα συγχέονται μεταξύ τους, γι αυτό τον λόγο κρίνεται επιτακτική η ανάγκη του άμεσου διαχωρισμού τους. Η σύγχυση μεταξύ αυτών των δύο παθήσεων δημιουργείται κατά κύριο λόγο συνήθως εξαιτίας της ταυτόχρονης εμφάνισης τους στο άτομο.
Αρχικά, αυτό που πρέπει να αποσαφηνιστεί είναι πως στη νοητική υστέρηση δεν παρατηρούνται ραγδαίες και απότομες αλλαγές στη ζωή και στην καθημερινότητα των ανθρώπων, όπως ούτε και στη γνωστική και προσαρμοστική συμπεριφοριστική του ανάπτυξη. Παρόλο που υπάρχουν αρκετές ιδιαιτερότητες λόγω των νοητικών δυσκολιών τους, η κατάσταση τους είναι αρκετά σταθερή στο χρόνο. Αντιθέτως στην ψυχική ασθένεια μπορούν τα συμπτώματα να εμφανιστούν απότομα, ανεξάρτητα από την ηλικία του ατόμου, τα οποία με την σειρά τους ενδέχεται να κλονίσουν ραγδαία και σε σημαντικό βαθμό την σωματική υγεία και την ψυχική του ισορροπία.
Προπάντων, η νοητική υστέρηση είναι μία εκ γενετής και εφόρου ζωής διαταραχή, όπου τα αντίστοιχα συμπτώματα της εκδηλώνονται ήδη από την στιγμή της γέννησης των ανθρώπων. Τα κλινικά της χαρακτηριστικά-συμπτώματα εστιάζονται στον βαθμό νοητικής ικανότητας και στα ελλείμματα που σχετίζονται με την προσαρμοστική συμπεριφορά, τα οποία διαταράζουν όλους τους τομείς της αναπτυξιακής πορείας των ατόμων με την συγκεκριμένη διαταραχή.
Απεναντίας, η ψυχική ασθένεια μπορεί να παρουσιαστεί οποιαδήποτε χρονολογική στιγμή και αποτελεί μια θεραπεύσιμη διαταραχή. Συγκεκριμένα προσδιορίζεται από διαταραχές στο θυμικό-συναισθηματικό τομέα με εκρήξεις θυμού, επιθετικότητας, μελαγχολίας, απόσυρσης και δυσκολίας σύναψης και διατήρησης διαπροσωπικών σχέσεων, χωρίς όμως αυτές οι δυσλειτουργίες να εμποδίζουν την ομαλή φυσιολογική ανάπτυξη του ατόμου.